ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΥΣΧΡΩΜΑΤΟΨΙΑΣ ΜΕ ΠΙΝΑΚΕΣ ISHIHARA

ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΥΣΧΡΩΜΑΤΟΨΙΑΣ ΜΕ ΠΙΝΑΚΕΣ ISHIHARA

Δοκιμασία χρωματικής αντίληψης Ishihara

 

Η δοκιμασία Ishihara είναι η πιο ευρέως διαδεδομένη μέθοδος εκτίμησης της χρωματικής αντίληψης, εύκολη και διαθέσιμη σε όλα σχεδόν τα οφθαλμολογικά ιατρεία. Είναι σχεδιασμένη για τον έλεγχο της συγγενούς πρωτανωμαλίας και δευτερανωμαλίας, αλλά πρακτικά χρησιμοποιείται συχνά για την ανίχνευση ανωμαλιών της έγχρωμης όρασης οποιουδήποτε τύπου. Ανάλογα με τις απαντήσεις του εξεταζόμενου, καθορίζεται το αν έχει φυσιολογική ή παθολογική χρωματική αντίληψη, καθώς και αν  η βλάβη εντοπίζεται στο κόκκινο ή στο πράσινο.
O Shinobu Ishihara ήταν Στρατιωτικός Ιατρός στον Αυτοκρατορικό Στρατό της Ιαπωνίας και μετέπειτα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τόκυο. Εμπνεύστηκε και σχεδίασε τις ψευδοϊσοχρωματικές καρτέλες που χρησιμοποιούμε μέχρι και σήμερα το 1917. Οι ίδιες αυτές καρτέλες χρησιμοποιούνται 100 χρόνια μετά.

Πώς διενεργείται ο έλεγχος;

Για να είναι αξιόπιστη η εξέταση θα πρέπει οι καρτέλες να βρίσκονται σε καλή κατάσταση (Εικόνα Αρχική). Γι αυτό θα πρέπει να διατηρούνται μακριά από φως, το οποίο προκαλεί φθορά στην ποιότητα των χρωμάτων. Είναι πολύ σημαντικό να διατηρείται αναλλοίωτη η ποιότητα, η χροιά και η ένταση των χρωμάτων, διότι πάνω σε αυτά στηρίζεται όλη η φιλοσοφία της δοκιμασίας.
Κατά την εξέταση, οι καρτέλες πρέπει να τοποθετούνται σε απόσταση 75cm, μετά από κατάλληλη διόρθωση του διαθλαστικού σφάλματος.
Επίσης, ο φωτισμός παίζει σημαντικό ρόλο, με ορθό φωτισμό θερμοκρασίας 6000-7000 Κ, δηλαδή σχετικά λευκό – ψυχρό φωτισμό (πιο κοντά στον «φυσικό» φωτισμό). Ο θερμός φωτισμός αλλοιώνει τις αποχρώσεις.
Η χρήση ηλεκτρονικών οπτοτύπων μπορεί να διασφαλίσει πιο εύκολα αυτές τις συνθήκες.
Δεν πρέπει να αφήνουμε πάνω από 3 δευτερόλεπτα για την αναγνώριση του αριθμού σε κάθε καρτέλα.
Επίσης, δεν είναι υποχρεωτικό να χρησιμοποιήσουμε όλες τις καρτέλες. Σε περίπτωση ελέγχου μεγάλου αριθμού εξεταζομένων, χρησιμοποιούμε ενδεικτικές καρτέλες με τυχαία (και μεταβαλλόμενη) σειρά. Η πιο απλουστευμένη και συνοπτική σειρά 6 καρτελών είναι η εξής: Καρτέλα 1, μία από τις καρτέλες 2 ή 3, μία από τις καρτέλες 4-7, μία από τις καρτέλες 8 ή 9, μία από τις καρτέλες 10-13 και μία από τις καρτέλες 14 ή 15. Οι καρτέλες 16 και 17 μπορούν να παραληφθούν. Εάν η επίδειξη της ανωτέρω συνοπτικής σειράς 6 καρτελών θέσει την υποψία δυσχρωματοψίας, τότε προχωρούμε σε διενέργεια πλήρους ελέγχου.

Πώς ερμηνεύονται οι απαντήσεις;

 

Η καρτέλα 1, η οποία δείχνει τον αριθμό «12» (Εικόνα ), πρέπει να γίνεται αντιληπτή από όλους, τόσο από τους εξεταζόμενους με φυσιολογική αντίληψη των χρωμάτων, όσο και από αυτούς με Δυσχρωματοψία ή ακόμη και με Αχρωματοψία.

 

Χρησιμοποιείται για να διασφαλίσουμε την επαρκή οπτική οξύτητα, ώστε να αξιολογηθούν οι επόμενες καρτέλες, καθώς και για να ελέγξουμε εάν υποκρίνεται ο εξεταζόμενος (Εικόνα).
Οι καρτέλες 2-9 προσδιορίζουν τους εξεταζόμενους με Σοβαρή Δυσχρωματοψία. Οι εξεταζόμενοι με Σοβαρή Δυσχρωματοψία δεν αναγνωρίζουν την παρουσία αριθμών στις καρτέλες αυτές (δεν βλέπουν τίποτα), ενώ οι εξεταζόμενοι με Ήπια Δυσχρωματοψία αναγνωρίζουν την παρουσία διαφορετικών αριθμών, πχ αναγνωρίζουν στην 2η καρτέλα τον αριθμό «3» αντί του αριθμού «8».
Οι καρτέλες 10-17 προσδιορίζουν τους ασθενείς με Ήπια Δυσχρωματοψία, οι οποίοι δεν αναγνωρίζουν καθόλου αριθμούς.
Οι καρτέλες 18-21 χρησιμοποιούνται για να ελεγχθεί το ενδεχόμενο οι εξεταζόμενοι να υποκρίνονται. Σε περίπτωση ήπιας Δυσχρωματοψίας υπάρχει περίπτωση να αναγνωρισθούν ψευδώς αριθμοί, ενώ σε περίπτωση φυσιολογικής αντίληψης χρωμάτων δεν αναγνωρίζονται αριθμοί.

 

Οι καρτέλες 22-25 χρησιμοποιούνται για τη διάκριση μεταξύ πρωτανωμαλίας και δευτερανωμαλίας (Εικόνα). Είναι διψήφιοι αριθμοί και το ψηφίο το οποίο στον ερμηνευτικό πίνακα βρίσκεται εντός παρενθέσεως συνήθως δεν αναγνωρίζεται από τους εξεταζόμενους με πρωτανωμαλία ή δευτερανωμαλία αντίστοιχα.

 

Πόσες «λάθος» απαντήσεις πρέπει να αποδεχθούμε πριν χαρακτηρίσουμε έναν εξεταζόμενο ως έχοντα Δυσχρωματοψία και γιατί;

Η πιθανότητα ψευδώς θετικών απαντήσεων αναγράφεται στην τελευταία στήλη. Δηλαδή υπάρχει πχ 1% πιθανότητα ένας εξεταζόμενος με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων να αναγνωρίσει στην 2η καρτέλα τον αριθμό «3» αντί του αριθμού «8» που είναι το σωστό. Παρατηρούμε ότι όταν αξιολογείται η 9η καρτέλα, που παρουσιάζει τον αριθμό «74» (Εικόνα), υπάρχει πιθανότητα 34% να διαβαστεί ως το εσφαλμένο «21» από εξεταζόμενους με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων. Δηλαδή, ένας στους τρεις εξεταζόμενους με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων θα δώσει εσφαλμένη απάντηση στην 9η καρτέλα με τον αριθμό «74» υπάρχει πιθανότητα 34% να διαβαστεί ως το εσφαλμένο «21» από εξεταζόμενους με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων.
Δηλαδή, ένας στους τρεις εξεταζόμενους με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων θα δώσει εσφαλμένη απάντηση στην 9η καρτέλα με τον αριθμό «74». Αντίστοιχα, το ποσοστό ψευδώς θετικών απαντήσεων, δηλαδή ένας εξεταζόμενος με φυσιολογική αντίληψη χρωμάτων να απαντήσει λάθος, κυμαίνεται από 10-20% στις καρτέλες 12, 13, 16 και 17. Το υψηλό ποσοστό ψευδώς θετικών απαντήσεων σε 5 από τους πρώτους 17 πίνακες επηρεάζει τον προσδιορισμό του ιδανικού αριθμού εσφαλμένων απαντήσεων που θα αποτελεί το όριο μεταξύ «φυσιολογικής» και «παθολογικής» αντίληψης των χρωμάτων. Δηλαδή: Πόσες εσφαλμένες απαντήσεις μπορούμε να αποδεχθούμε πριν χαρακτηρίσουμε έναν εξεταζόμενο ως έχοντα Δυσχρωματοψία, ελαχιστοποιώντας την πιθανότητα να κάνουμε λάθος, δηλαδή να έχει φυσιολογική αντίληψη των χρωμάτων, αλλά ταυτόχρονα ελαχιστοποιώντας και την πιθανότητα να μας διαφύγει μια πραγματική Δυσχρωματοψία.
Έχουμε διαπιστώσει ότι εάν το όριο τεθεί στις 2 εσφαλμένες απαντήσεις, 45% των ανδρών θα χαρακτηριστούν ως έχοντες Δυσχρωματοψία, καθώς 37% των εξετάσεων κατά Ishihara θα είναι ψευδώς θετικές. Αυτό σημαίνει ότι ένα τέτοιο όριο είναι πολύ «αυστηρό» και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Εάν το όριο τεθεί στις 3 εσφαλμένες απαντήσεις, 13% των εξετάσεων κατά Ishihara θα είναι ψευδώς θετικές.
Εάν το όριο τεθεί στις 4 ή περισσότερες εσφαλμένες απαντήσεις το ποσοστό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων είναι μόλις 4%. Έτσι, 12% των ανδρών αναμένεται να χαρακτηριστούν ως έχοντες Δυσχρωματοψία, το οποίο και προσεγγίζει την πραγματικότητα.

Το ποσοστό ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων, δηλαδή να μην ανιχνευθεί η Δυσχρωματοψία, καθίσταται στατιστικά σημαντικό εάν το όριο τεθεί στις 6 ή περισσότερες εσφαλμένες απαντήσεις. Κατά συνέπεια, εάν το όριο τεθεί στις 5 εσφαλμένες απαντήσεις, το ισοζύγιο μεταξύ ψευδώς θετικών και ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων ισοσκελίζεται. Γι αυτό το λόγο, απαιτούνται πάνω από 5 εσφαλμένες απαντήσεις κατά την εξέταση με τους ψευδοϊσοχρωματικούς Πίνακες Ishihara (Πίνακες 2-17) ώστε να χαρακτηριστεί ο εξεταζόμενος ως έχων Δυσχρωματοψία, με βεβαιότητα και ασφάλεια. Σε περίπτωση που συμπεριληφθούν και οι Πίνακες 18-21, τότε το όριο πρέπει να ανέβει στις 6 αποδεκτές εσφαλμένες απαντήσεις, ώστε να διατηρηθεί το ποσοστό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων κάτω του 10%. Προτείνεται να μην συμπεριλαμβάνονται οι Πίνακες 18-21 στην τελική αξιολόγηση.